juive - translation to ρωσικά
DICLIB.COM
AI-based language tools
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από τεχνητή νοημοσύνη

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

juive - translation to ρωσικά


juive      
{f}, { adj } ({ fém } от juif)
иудей         
  • Амулет для ограждения роженицы и ребёнка от волшебных чар, дурного глаза и влияний демонов
  • Франкфурта-на-Майне]]</small>
  • Доля иудеев в странах мира
  • Lyman Coleman}}, 1854
  • Главной синагоге Одессы]]
  • синагоги Дура-Европос]], III век
  • [[Тетраграмматон]], 1385
МОНОТЕИСТИЧЕСКАЯ РЕЛИГИЯ ЕВРЕЕВ
Иудейство; Иудей; Иудаисты; Иудаист; Иудеи; Еврейская религия; Иуд; Еврейская вера; Иудейская религия; Еврейская теология; Мозаизм; Еврейские традиции
м.
Juif m
еврейка      
ж.
Juif m , Juive ; Israélite m , f
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για juive
1. Terriblement banale, d‘une famille juive de Gęnes, emmenée en déportation.
2. Oů est–il passé, le mythe de l‘intelligence juive?
3. dans la communauté juive française, l‘heure est à la détente.
4. L‘offensive de Tsahal met ŕ rude épreuve la communauté juive.
5. Elle raconte sa famille juive assimilée de la bourgeoisie berlinoise.